Πολλάγκιστρο. Ένα απ’ τα πιο πολυκουβεντιασμένα κεφάλαια της ψαροσύνης. Ίσως το πιο αμφισβητούμενο όσον αφορά την οικολογική συνείδηση των νεωτέρων.
Εγώ πάλι ως παλαιότερος λεω απ’ αυτού πως στα γουρούνια δεν πας με μπεκατσόβολα!Πολλάγκιστρο σημαίνει πολλά αγκίστρια και ευκαιρίας δοθείσης θα σας πω την ιστορία του που δεν την έχω πει, ούτε την έχω γραμμένη  ποτές μου, πουθενά και σε κανέναν.

Μια μαρτυρία ψαράδικη για το πούθε κρατάει η σκούφια της πολλάγκιστρης της αρματωσιάς της φόνισσας και για το πως έφτασε ως τα σήμερα στα χέρια του Έλληνα του ψαρά να καρποδιαλέγει της θαλάσσης τ’ ακριβοθώρητα. Το πως και ποιοι την σκαρφίσθηκαν;
Οι Έλληνες οι ψαράδες φυσικά την σκαρφίσθηκαν και την ονόμασαν πολλάγκιστρο.
Πολλάγκιστρο, όχι πολυάγκιστρο και είναι πατέντα Ελληνικιά ψαράδες μου. Δικό μας κατά δικό μας παραδοσιακό απόκτημα και κληρονομιά σπουδαία κι ακούστε την ιστορία της που έρχεται προπολεμικά και ίσως ακόμα παλιότερα.

Εκείνα το λοιπόν τα χρόνια που το παντοπωλείο στο χωριό πουλούσε απ’ τα πέταλα για τους γαϊδάρους ως τις φακές κι απ’ τις πρόκες ίσα με τ’ αγκίστρια, οι αρματωσιά η ψαράδικη είχε αξία μεγάλη.
Απ’ το ένα και μοναδικό χάρτινο συρταρωτό κουτί των εκατό με σήμα θυμούμαι τον λέοντα, προμηθεύονταν όλοι οι χωριανοί ψαράδες τ’ αγκίστρια τους κι έφτιαχναν τα πεταχτάρια τους τα πολύτιμα.
Δώσε μου δυο ο ένας, βάλε και μένα τρία έλεγε ο άλλος και με το κουτί εκείνο το κίτρινο ψάρευε όλο το χωριό. Και όταν το πεταχτάρι σκάλωνε, ιδίως τα καλοκαίρια, έδινες βουτιά εύκολα και το ξεσκάλωνες.
Όχι όπως σήμερα, «...κόφτο μωρέ δε βαριέσαι κι ο Αχιλλέας νάν καλά!»

Άλλα χρόνια! Άλλη αξία τα πράματα και άλλες οι φτώχειες του κοσμάκη. Τώρα πιο πολλά είναι τ’ αγκίστρια στο βυθό ντεμένα παρά τα ψάρια της.


Τότε λοιπόν, τα παλιά τ’ αγκίστρια του πεταχταριού που δεν τρόχαγαν πια και τ’ αρπάδια τους δεν έκοβαν, δεν πήγαιναν χαμένα. Τίποτα δεν πετιότανε. Σκέφτηκε το λοιπόν ο πολυμήχανος ψαράδικος νους του Έλληνα, πως τα δυο ή τα τρία τ’ αγκίστρια τα σκούρια και τα στομωμένα του πεταχταριού μπορεί να μη δούλευαν πια, όμως έτσι και ήντουσαν δώδεκα κοντά τόνα στ’ άλλο ή δεκατρία; E, όλο κι από κανένα μάτι θάβγαζαν. Κι έτσι έκατσε και τάδεσε τόνα πίσω στ’ άλλο σ’ ένα κομμάτι νάιλον μα δεν τα δόλωσε. Τα τύλιξε! Μάλιστα, όπως τ’ ακούτε, τα τύλιξε γύρω απ’ τη δολωσιά να καρτερούν θεόγυμνα!

Και καθώς το ψάρι κόνταγε μα για να μυρίσει, μα για να ξυστεί και να παίξει το δόλωμα, το άρπαγε κι από κανένα απ’ τα σκούρια και το λαχτάραγε. Κι όταν έκοβε πέρα σα παλαβό και στον αγώνα του το μεγάλο να ξεπιαστεί, του κόλλαγαν και κάμποσα από κοντά στα μούτρα και το σακάτευαν.

Νάτο λοιπόν το πολλάγκιστρο και τα πολλά τ’ αγκίστρια τ’ άχρηστα, ξάφνου γινήκαν χρειαζούμενα. Ιδίως όταν τα ψάρια κλειδοστόμιαζαν και δεν άνοιγαν το ξερό τους στο πεταχτάρι να χάψουν το δόλωμα, η αρματωσιά η γύφτισσα έκανε θραύση.
Νάτο λοιπόν το πολλάγκιστρο τ’ αλάθητο με τα πολλά τ’ αγκίστρια του τ’ άχρηστα, πούφτασε ως τα σήμερα στα χέρια τα κατάλληλα να θεωρείται η πιο πολύπλοκη και πιο ακριβοπληρωμένη αρματωσιά.
Η αρματωσιά με τα πανάκριβα αγκίστρια και τους αλλεπάλληλους περίτεχνους κόμπους. Η αρματωσιά με τις περισσότερες παραλλαγές. Η αρματωσιά που δεν χαρίζει κάστανο.

Τόβαλε το κεφάλι του κοντά; Mαύρο φίδι που τόφαγε!
Πολλάγκιστρο το παραδοσιακόν με καταβολές και σκούφια Ελληνική. Πολλάγκιστρο το Ελληνικόν, τιμή μας και καμάρι μας.

Εξαιρετικά για τον φίλτατο ψαρά Αχιλλέα Βουνάτσο.



Γιάννης Παπαθανασίου